Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οὕνεκα
οὕνεκεν
Οὐολατέρραι
Οὐολούσιος
Οὐολοῦσκοι
Οὐούλσων
οὔπερ
οὔπῃ
οὔπιγγος
οὔποθε
οὔποτε
οὔπω
οὐπώποτε
οὔπως
οὐρά
οὐραγέω
οὐραγία
οὐραγός
οὐραγωγός
οὐραῖος
οὐράνη
View word page
οὔποτε
never

ShortDef

never

Debugging

Headword:
οὔποτε
Headword (normalized):
οὔποτε
Headword (normalized/stripped):
ουποτε
IDX:
63709
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63710
Key:

Data

{'content': 'never'}