Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οὐλαμώνυμος
οὐλάς
οὐλαφηφόρος
οὖλε
οὐλή
οὐλιαζόεις
οὔλιος
οὔλιος2
οὐλίριος
οὐλοβόρος
οὐλοδέτης
οὐλόθριξ
οὐλοθυσία
οὐλοθυτέω
οὐλοκάρηνος
οὐλόκερως
οὐλομελής
οὐλομελίη
οὐλόμενος
οὐλομέτ[ριον
οὖλον
View word page
οὐλοδέτης
sheaf of barley

ShortDef

sheaf of barley

Debugging

Headword:
οὐλοδέτης
Headword (normalized):
οὐλοδέτης
Headword (normalized/stripped):
ουλοδετης
IDX:
63666
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63667
Key:

Data

{'content': 'sheaf of barley'}