Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οὐλαμός
οὐλαμώνυμος
οὐλάς
οὐλαφηφόρος
οὖλε
οὐλή
οὐλιαζόεις
οὔλιος
οὔλιος2
οὐλίριος
οὐλοβόρος
οὐλοδέτης
οὐλόθριξ
οὐλοθυσία
οὐλοθυτέω
οὐλοκάρηνος
οὐλόκερως
οὐλομελής
οὐλομελίη
οὐλόμενος
οὐλομέτ[ριον
View word page
οὐλοβόρος
with deadly bite

ShortDef

with deadly bite

Debugging

Headword:
οὐλοβόρος
Headword (normalized):
οὐλοβόρος
Headword (normalized/stripped):
ουλοβορος
IDX:
63665
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63666
Key:

Data

{'content': 'with deadly bite'}