Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

οὐΐτουλος
οὐκέτι
οὔκουν
οὐκοῦν
οὐλαί
οὐλαμηφόρος
οὐλαμός
οὐλαμώνυμος
οὐλάς
οὐλαφηφόρος
οὖλε
οὐλή
οὐλιαζόεις
οὔλιος
οὔλιος2
οὐλίριος
οὐλοβόρος
οὐλοδέτης
οὐλόθριξ
οὐλοθυσία
οὐλοθυτέω
View word page
οὖλε
hail!

ShortDef

hail!

Debugging

Headword:
οὖλε
Headword (normalized):
οὖλε
Headword (normalized/stripped):
ουλε
IDX:
63659
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63660
Key:

Data

{'content': 'hail!'}