Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ὄστια
ὄστινος
ὅστις
ὁστισοῦν
ὀστίτης
ὄστλιγξ
ὀστοδερμία
ὀστοδέτης
ὀστοδετική
ὀστοειδής
ὀστοθήκη
ὀστοκατεάκτης
ὀστοκοπώδης
ὀστολογέω
ὀστολογία
ὀστολόγος
ὀστοποιητικός
ὀστοφαγέω
ὀστοφανέω
ὀστοφυής
ὀστρακᾶς
View word page
ὀστοθήκη
receptacle for bones, sarcophagus

ShortDef

receptacle for bones, sarcophagus

Debugging

Headword:
ὀστοθήκη
Headword (normalized):
ὀστοθήκη
Headword (normalized/stripped):
οστοθηκη
IDX:
63475
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63476
Key:

Data

{'content': 'receptacle for bones, sarcophagus'}