Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁσσίχος
ὄσσομαι
ὀστάγρα
ὀστακός
ὀσταναβολεύς
ὀστάριον
ὅστε
ὀστέϊνος
ὀστεογενής
ὀστεοκόπος
ὀστεολογία
ὀστεολόγος
ὀστέον
ὀστεώδης
Ὄστια
ὄστινος
ὅστις
ὁστισοῦν
ὀστίτης
ὄστλιγξ
ὀστοδερμία
View word page
ὀστεολογία
extraction of bones

ShortDef

extraction of bones

Debugging

Headword:
ὀστεολογία
Headword (normalized):
ὀστεολογία
Headword (normalized/stripped):
οστεολογια
IDX:
63461
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63462
Key:

Data

{'content': 'extraction of bones'}