Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀσπρηγοί
ὀσπριοδόχος
ὀσπριοθήκη
ὄσπριον
ὀσπριοπώλης
ὀσπριοφαγέω
ὀσπριώδης
ὄσσα
Ὄσσα
ὄσσε
ὁσσίχος
ὄσσομαι
ὀστάγρα
ὀστακός
ὀσταναβολεύς
ὀστάριον
ὅστε
ὀστέϊνος
ὀστεογενής
ὀστεοκόπος
ὀστεολογία
View word page
ὁσσίχος
as little, how little

ShortDef

as little, how little

Debugging

Headword:
ὁσσίχος
Headword (normalized):
ὁσσίχος
Headword (normalized/stripped):
οσσιχος
IDX:
63451
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63452
Key:

Data

{'content': 'as little, how little'}