Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρχηδόν
ὀρχηθμός
ὄρχημα
ὀρχηματικός
ὄρχησις
ὀρχηστάς
ὀρχηστήρ
ὀρχηστής
ὀρχηστικός
ὀρχηστοδιδάσκαλος
ὀρχηστομανέω
ὀρχηστοπαλάριος
ὀρχηστοπάλη
ὀρχήστρα
ὀρχήστρια
ὀρχηστρίς
ὀρχηστύς
ὀρχίλος
ὀρχιπέδη
ὀρχιπεδίζω
ὀρχίπεδον
View word page
ὀρχηστομανέω
to be dancing-mad

ShortDef

to be dancing-mad

Debugging

Headword:
ὀρχηστομανέω
Headword (normalized):
ὀρχηστομανέω
Headword (normalized/stripped):
ορχηστομανεω
IDX:
63390
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63391
Key:

Data

{'content': 'to be dancing-mad'}