Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀρχάς
ὀρχάς2
ὄρχατος
ὀρχέομαι
ὀρχηδόν
ὀρχηθμός
ὄρχημα
ὀρχηματικός
ὄρχησις
ὀρχηστάς
ὀρχηστήρ
ὀρχηστής
ὀρχηστικός
ὀρχηστοδιδάσκαλος
ὀρχηστομανέω
ὀρχηστοπαλάριος
ὀρχηστοπάλη
ὀρχήστρα
ὀρχήστρια
ὀρχηστρίς
ὀρχηστύς
View word page
ὀρχηστήρ
a dancer (πολέμου, warrior)
ShortDef
a dancer (πολέμου, warrior)
Debugging
Headword:
ὀρχηστήρ
Headword (normalized):
ὀρχηστήρ
Headword (normalized/stripped):
ορχηστηρ
IDX:
63386
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63387
Key:
Data
{'content': 'a dancer (πολέμου, warrior)'}