Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρφανότης
ὀρφανοτροφεῖον
ὀρφανοτροφέω
ὀρφανοτρόφος
ὀρφανοφύλαξ
Ὀρφεῖος
Ὀρφεοτελεστής
Ὀρφεύς
ὄρφιος
ὄρφνα
ὀρφναῖος
ὄρφνη
ὄρφνινος
ὀρφνίς
ὀρφνός
ὀρφοβότης
ὀρφώς
ὀρχάμη
ὄρχαμος
ὀρχάς
ὀρχάς2
View word page
ὀρφναῖος
dark, dusky, murky

ShortDef

dark, dusky, murky

Debugging

Headword:
ὀρφναῖος
Headword (normalized):
ὀρφναῖος
Headword (normalized/stripped):
ορφναιος
IDX:
63367
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63368
Key:

Data

{'content': 'dark, dusky, murky'}