Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρφανιστής
ὀρφανοδικασταί
ὀρφανόομαι
ὀρφανοπάτωρ
ὀρφανός
ὀρφανότης
ὀρφανοτροφεῖον
ὀρφανοτροφέω
ὀρφανοτρόφος
ὀρφανοφύλαξ
Ὀρφεῖος
Ὀρφεοτελεστής
Ὀρφεύς
ὄρφιος
ὄρφνα
ὀρφναῖος
ὄρφνη
ὄρφνινος
ὀρφνίς
ὀρφνός
ὀρφοβότης
View word page
Ὀρφεῖος
of Orpheus, Orphic

ShortDef

of Orpheus, Orphic

Debugging

Headword:
Ὀρφεῖος
Headword (normalized):
ὀρφεῖος
Headword (normalized/stripped):
ορφειος
IDX:
63362
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63363
Key:

Data

{'content': 'of Orpheus, Orphic'}