Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁροθετέω
ὁροθέτης
ὀροθύνω
Ὀροίτης
ὀροκάρυον
ὄρομαι
ὀρομαλίδες
ὄρον
Ὀρόντης
ὀρονύχιον
ὀροπέδιον
ὀροποτέω
ὀροποτίη
ὅρος
ὄρος
ὀρός
Ὀροσάγγαι
ὀρόσπιζος
ὀροτύπος
ὀρούω
ὀροφή
View word page
ὀροπέδιον
mountainplain, table-land

ShortDef

mountainplain, table-land

Debugging

Headword:
ὀροπέδιον
Headword (normalized):
ὀροπέδιον
Headword (normalized/stripped):
οροπεδιον
IDX:
63253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63254
Key:

Data

{'content': 'mountainplain, table-land'}