Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀροδαμνίς
ὀρόδαμνος
ὀροδεμνιάδες
ὁροθεσία
ὁροθετέω
ὁροθέτης
ὀροθύνω
Ὀροίτης
ὀροκάρυον
ὄρομαι
ὀρομαλίδες
ὄρον
Ὀρόντης
ὀρονύχιον
ὀροπέδιον
ὀροποτέω
ὀροποτίη
ὅρος
ὄρος
ὀρός
Ὀροσάγγαι
View word page
ὀρομαλίδες
wild apples

ShortDef

wild apples

Debugging

Headword:
ὀρομαλίδες
Headword (normalized):
ὀρομαλίδες
Headword (normalized/stripped):
ορομαλιδες
IDX:
63249
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63250
Key:

Data

{'content': 'wild apples'}