Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁρογενής
ὄρογκοι
ὁρογλυφέω
ὀροδαμνίς
ὀρόδαμνος
ὀροδεμνιάδες
ὁροθεσία
ὁροθετέω
ὁροθέτης
ὀροθύνω
Ὀροίτης
ὀροκάρυον
ὄρομαι
ὀρομαλίδες
ὄρον
Ὀρόντης
ὀρονύχιον
ὀροπέδιον
ὀροποτέω
ὀροποτίη
ὅρος
View word page
Ὀροίτης
Oroetes
ShortDef
Oroetes
Debugging
Headword:
Ὀροίτης
Headword (normalized):
ὀροίτης
Headword (normalized/stripped):
οροιτης
IDX:
63246
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63247
Key:
Data
{'content': 'Oroetes'}