Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρνιθομανέω
ὀρνιθομανής
ὀρνιθομαντεία
ὀρνιθόομαι
ὀρνιθόπαις
ὀρνιθοπέδη
ὀρνιθοπρόσωπος
ὀρνιθοπώλης
ὀρνιθοσκοπέομαι
ὀρνιθοσκόπος
ὀρνιθοτροφεῖον
ὀρνιθοτροφέω
ὀρνιθοτροφία
ὀρνιθοτρόφος
ὀρνιθοφάγος
ὀρνιθοφυής
ὀρνιθών
ὄρνις
ὀρνόλη
ὄρνυμι
ὀρνύω
View word page
ὀρνιθοτροφεῖον
poultry-house

ShortDef

poultry-house

Debugging

Headword:
ὀρνιθοτροφεῖον
Headword (normalized):
ὀρνιθοτροφεῖον
Headword (normalized/stripped):
ορνιθοτροφειον
IDX:
63214
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63215
Key:

Data

{'content': 'poultry-house'}