Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρνιθογονία
ὀρνιθόγονος
ὀρνιθοειδής
ὀρνιθοθήρας
ὀρνιθοθηρέω
ὀρνιθοκάπηλος
ὀρνιθοκλέπτης
ὀρνιθοκομεῖον
ὀρνιθοκόμος
ὀρνιθοκόος
ὀρνιθοκρίτης
ὀρνιθολόχος
ὀρνιθομανέω
ὀρνιθομανής
ὀρνιθομαντεία
ὀρνιθόομαι
ὀρνιθόπαις
ὀρνιθοπέδη
ὀρνιθοπρόσωπος
ὀρνιθοπώλης
ὀρνιθοσκοπέομαι
View word page
ὀρνιθοκρίτης
interpreter of the flight

ShortDef

interpreter of the flight

Debugging

Headword:
ὀρνιθοκρίτης
Headword (normalized):
ὀρνιθοκρίτης
Headword (normalized/stripped):
ορνιθοκριτης
IDX:
63202
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63203
Key:

Data

{'content': 'interpreter of the flight'}