Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναπόδεκτος
ἀναποδέχομαι
ἀναποδήμητος
ἀναποδίζω
ἀναποδισμός
ἀναποδιστής
ἀναποδιστικός
ἀναπόδοτος
ἀναποδόω
ἀναπόδραστος
ἀναπόθετος
ἀναποιέω
ἀναποίητος
ἀναποικίλλω
ἀνάποινος
ἀναποκλύζω
ἀναπόκριτος
ἀναπολάζω
ἀναπολαυστία
ἀναπόλαυστος
ἀναπολεμέω
View word page
ἀναπόθετος
not stored up

ShortDef

not stored up

Debugging

Headword:
ἀναπόθετος
Headword (normalized):
ἀναπόθετος
Headword (normalized/stripped):
αναποθετος
IDX:
6313
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6314
Key:

Data

{'content': 'not stored up'}