Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁρκίζω
ὁρκικός
ὁρκίλλομαι
ὅρκιον
ὅρκιος
ὁρκιοτόμος
ὅρκισμα
ὁρκισμός
ὅρκος
ὁρκόω
ὀρκυνεῖον
ὀρκύπτω
ὄρκυς
ὅρκωμα
ὁρκωμοσία
ὁρκωμόσια
ὁρκωμοτέω
ὁρκωμότης
ὁρκωμοτικός
ὁρκώμοτος
ὁρκωτής
View word page
ὀρκυνεῖον
tunny-fishery
ShortDef
tunny-fishery
Debugging
Headword:
ὀρκυνεῖον
Headword (normalized):
ὀρκυνεῖον
Headword (normalized/stripped):
ορκυνειον
IDX:
63108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63109
Key:
Data
{'content': 'tunny-fishery'}