Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀρθοψάλακτος
ὀρθόω
ὀρθρεύω
ὀρθρία
ὀρθριοκόκκυξ
ὄρθριος
ὀρθριοφοίτης
ὀρθρισμός
ὀρθροβόας
ὀρθροβόης
ὀρθρογόη
ὀρθρολάλος
ὀρθρόνοτος
ὄρθρος
ὀρθροφοιτοσυκοφαντοδικοταλαί
ὀρθροφοιτοσυκοφαντοδικοταλαίπωροι
ὀρθώνυμος
ὄρθωσις
ὀρθωτήρ
ὁρία
ὁριαῖος
View word page
ὀρθρογόη
the early-wailing
ShortDef
the early-wailing
Debugging
Headword:
ὀρθρογόη
Headword (normalized):
ὀρθρογόη
Headword (normalized/stripped):
ορθρογοη
IDX:
63056
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-63057
Key:
Data
{'content': 'the early-wailing'}