ὀρθοπεριπατητικός
walking about erect
ShortDef
walking about erect
Debugging
Headword:
ὀρθοπεριπατητικός
Headword (normalized):
ὀρθοπεριπατητικός
Headword (normalized/stripped):
ορθοπεριπατητικος
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62997
Data
{'content': 'walking about erect'}