Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνάπλοος
ἀναπλόω
ἀνάπλυσις
ἀνάπλωσις
ἀνάπνευμα
ἀνάπνευσις
ἀναπνευστικός
ἀνάπνευστος
ἀναπνέω
ἀναπνοείτης
ἀναπνοή
ἀναπνοϊκός
ἀναπόβλητος
ἀναπόγραφος
ἀναπόδεικτος
ἀναπόδεκτος
ἀναποδέχομαι
ἀναποδήμητος
ἀναποδίζω
ἀναποδισμός
ἀναποδιστής
View word page
ἀναπνοή
recovery of breath, revival

ShortDef

recovery of breath, revival

Debugging

Headword:
ἀναπνοή
Headword (normalized):
ἀναπνοή
Headword (normalized/stripped):
αναπνοη
IDX:
6298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6299
Key:

Data

{'content': 'recovery of breath, revival'}