Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρθόβουλος
ὀρθογνωμονέω
ὀρθογνώμων
ὀρθογραφέω
ὀρθογραφία
ὀρθογράφος
ὀρθογώνιον
ὀρθογώνιος
ὀρθοδαής
ὀρθοδίκας
ὀρθοδοξαστικός
ὀρθοδοξέω
ὀρθοδοξία
ὀρθόδοξος
ὀρθοδότειρα
ὀρθοδρομέω
ὀρθόδωρον
ὀρθοέπεια
ὀρθοεπέω
ὀρθόθριξ
ὀρθοκάθεδρος
View word page
ὀρθοδοξαστικός
according to right opinion

ShortDef

according to right opinion

Debugging

Headword:
ὀρθοδοξαστικός
Headword (normalized):
ὀρθοδοξαστικός
Headword (normalized/stripped):
ορθοδοξαστικος
IDX:
62962
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62963
Key:

Data

{'content': 'according to right opinion'}