Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὄρθιος
ὀρθοβατέω
ὀρθοβολέω
ὀρθόβολος
ὀρθοβουλία
ὀρθόβουλος
ὀρθογνωμονέω
ὀρθογνώμων
ὀρθογραφέω
ὀρθογραφία
ὀρθογράφος
ὀρθογώνιον
ὀρθογώνιος
ὀρθοδαής
ὀρθοδίκας
ὀρθοδοξαστικός
ὀρθοδοξέω
ὀρθοδοξία
ὀρθόδοξος
ὀρθοδότειρα
ὀρθοδρομέω
View word page
ὀρθογράφος
orthographer

ShortDef

orthographer

Debugging

Headword:
ὀρθογράφος
Headword (normalized):
ὀρθογράφος
Headword (normalized/stripped):
ορθογραφος
IDX:
62957
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62958
Key:

Data

{'content': 'orthographer'}