Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀρθάμπελος
ὀρθάνθρωπον
ὄρθαπτον
ὀρθεύω
ὀρθηλός
ὀρθιάδε
ὀρθιάζω
ὀρθίαξ
ὀρθίασις
ὀρθίασμα
ὀρθιόκωπος
ὄρθιος
ὀρθοβατέω
ὀρθοβολέω
ὀρθόβολος
ὀρθοβουλία
ὀρθόβουλος
ὀρθογνωμονέω
ὀρθογνώμων
ὀρθογραφέω
ὀρθογραφία
View word page
ὀρθιόκωπος
rowing upright
ShortDef
rowing upright
Debugging
Headword:
ὀρθιόκωπος
Headword (normalized):
ὀρθιόκωπος
Headword (normalized/stripped):
ορθιοκωπος
IDX:
62946
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62947
Key:
Data
{'content': 'rowing upright'}