Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρθάκανθος
ὀρθάμπελος
ὀρθάνθρωπον
ὄρθαπτον
ὀρθεύω
ὀρθηλός
ὀρθιάδε
ὀρθιάζω
ὀρθίαξ
ὀρθίασις
ὀρθίασμα
ὀρθιόκωπος
ὄρθιος
ὀρθοβατέω
ὀρθοβολέω
ὀρθόβολος
ὀρθοβουλία
ὀρθόβουλος
ὀρθογνωμονέω
ὀρθογνώμων
ὀρθογραφέω
View word page
ὀρθίασμα
a high pitch of voice

ShortDef

a high pitch of voice

Debugging

Headword:
ὀρθίασμα
Headword (normalized):
ὀρθίασμα
Headword (normalized/stripped):
ορθιασμα
IDX:
62945
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62946
Key:

Data

{'content': 'a high pitch of voice'}