Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναπληρωτέος
ἀναπληρωτικός
ἀναπληστικός
ἀναπλίσσω
ἀναπλοκή
ἀνάπλοος
ἀναπλόω
ἀνάπλυσις
ἀνάπλωσις
ἀνάπνευμα
ἀνάπνευσις
ἀναπνευστικός
ἀνάπνευστος
ἀναπνέω
ἀναπνοείτης
ἀναπνοή
ἀναπνοϊκός
ἀναπόβλητος
ἀναπόγραφος
ἀναπόδεικτος
ἀναπόδεκτος
View word page
ἀνάπνευσις
recovery of breath, respite from

ShortDef

recovery of breath, respite from

Debugging

Headword:
ἀνάπνευσις
Headword (normalized):
ἀνάπνευσις
Headword (normalized/stripped):
αναπνευσις
IDX:
6293
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6294
Key:

Data

{'content': 'recovery of breath, respite from'}