Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρειλεχής
ὀρειμανής
ὀρεινομέω
ὀρεινόμος
ὀρεινός
ὀρείοικος
ὄρειον
ὄρειος
ὀρειοχαρής
ὀρειπέλαργος
ὀρείπλαγκτος
ὀρειπτελέα
ὀρείτης
ὀρειτρεφής
ὀρείτροφος
ὀρειτυπία
ὀρειτύπος
ὀρειφοιτέω
ὀρειφοίτης
ὀρείφοιτος
ὀρειχάλκινος
View word page
ὀρείπλαγκτος
mountain-roaming

ShortDef

mountain-roaming

Debugging

Headword:
ὀρείπλαγκτος
Headword (normalized):
ὀρείπλαγκτος
Headword (normalized/stripped):
ορειπλαγκτος
IDX:
62888
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62889
Key:

Data

{'content': 'mountain-roaming'}