Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀρειβασία
ὀρειβατέω
ὀρειβάτης
ὀρειβρεμέτης
ὀρειγενής
ὀρειδρομία
ὀρειδρόμος
ὀρειθαλής
ὀρείκτιτος
ὀρειλεχής
ὀρειμανής
ὀρεινομέω
ὀρεινόμος
ὀρεινός
ὀρείοικος
ὄρειον
ὄρειος
ὀρειοχαρής
ὀρειπέλαργος
ὀρείπλαγκτος
ὀρειπτελέα
View word page
ὀρειμανής
frenzied haunter of the heights

ShortDef

frenzied haunter of the heights

Debugging

Headword:
ὀρειμανής
Headword (normalized):
ὀρειμανής
Headword (normalized/stripped):
ορειμανης
IDX:
62879
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62880
Key:

Data

{'content': 'frenzied haunter of the heights'}