Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀρδινατίων
ὀρεᾶνες
ὀρέγδην
ὀρεγιάω
ὄρεγμα
ὀρεγμίη
ὀρέγω
Ὀρεία
ὀρειάλωτος
ὀρειάρχης
ὀρειάς
ὀρείαυλος
ὀρειβάσια
ὀρειβασία
ὀρειβατέω
ὀρειβάτης
ὀρειβρεμέτης
ὀρειγενής
ὀρειδρομία
ὀρειδρόμος
ὀρειθαλής
View word page
ὀρειάς
of or belonging to mountains
ShortDef
of or belonging to mountains
Debugging
Headword:
ὀρειάς
Headword (normalized):
ὀρειάς
Headword (normalized/stripped):
ορειας
IDX:
62866
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62867
Key:
Data
{'content': 'of or belonging to mountains'}