Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀργίλος
ὀργιλότης
ὀργιοφάντης
ὀργιστέον
ὀργιστέος
ὀργιστός
ὄργυια
ὀργυιαῖος
ὀργυιόομαι
ὄρδειλον
ὀρδινατίων
ὀρεᾶνες
ὀρέγδην
ὀρεγιάω
ὄρεγμα
ὀρεγμίη
ὀρέγω
Ὀρεία
ὀρειάλωτος
ὀρειάρχης
ὀρειάς
View word page
ὀρδινατίων
military official (optio ordinatus?)
ShortDef
military official (optio ordinatus?)
Debugging
Headword:
ὀρδινατίων
Headword (normalized):
ὀρδινατίων
Headword (normalized/stripped):
ορδινατιων
IDX:
62856
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62857
Key:
Data
{'content': 'military official (optio ordinatus?)'}