Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀργιάζω
ὀργιάς
ὀργιασμός
ὀργιαστής
ὀργιαστικός
ὀργιάω
ὀργίζω
ὀργίλος
ὀργιλότης
ὀργιοφάντης
ὀργιστέον
ὀργιστέος
ὀργιστός
ὄργυια
ὀργυιαῖος
ὀργυιόομαι
ὄρδειλον
ὀρδινατίων
ὀρεᾶνες
ὀρέγδην
ὀρεγιάω
View word page
ὀργιστέον
one must be angry

ShortDef

one must be angry

Debugging

Headword:
ὀργιστέον
Headword (normalized):
ὀργιστέον
Headword (normalized/stripped):
οργιστεον
IDX:
62849
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62850
Key:

Data

{'content': 'one must be angry'}