Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀργάνωσις
ὀργάς
Ὀργᾶς
ὀργασμός
ὀργαστήριον
ὀργάω
ὀργεών
ὀργεωνικός
ὀργή
ὄργια
ὀργιάζω
ὀργιάς
ὀργιασμός
ὀργιαστής
ὀργιαστικός
ὀργιάω
ὀργίζω
ὀργίλος
ὀργιλότης
ὀργιοφάντης
ὀργιστέον
View word page
ὀργιάζω
to celebrate orgies

ShortDef

to celebrate orgies

Debugging

Headword:
ὀργιάζω
Headword (normalized):
ὀργιάζω
Headword (normalized/stripped):
οργιαζω
IDX:
62839
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62840
Key:

Data

{'content': 'to celebrate orgies'}