Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀπώπια
ὀπώρα
ὀπωράριον
ὀπώρη
ὀπωριαῖος
ὀπωρίζω
ὀπωρικός
ὀπωριμεῖος
ὀπωρινός
ὀπωρισμός
ὀπωροβασιλίς
ὀπωροθήκη
ὀπωροκάπηλος
ὀπωρολόγος
ὀπωροπώλης
ὀπωροτροφέω
ὀπωροφαγία
ὀπωροφορέω
ὀπωροφόρος
ὀπωροφυλάκιον
ὀπωροφύλαξ
View word page
ὀπωροβασιλίς
queen of fruits

ShortDef

queen of fruits

Debugging

Headword:
ὀπωροβασιλίς
Headword (normalized):
ὀπωροβασιλίς
Headword (normalized/stripped):
οπωροβασιλις
IDX:
62780
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62781
Key:

Data

{'content': 'queen of fruits'}