Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀπτανεύς
ὀπτανικός
ὀπτάνιον
ὀπτανός
ὀπτασία
ὀπτασία2
ὀπτάω
ὀπτέον
ὀπτευτήρ
ὀπτεύω
ὀπτήρ
ὀπτήρια
ὀπτήσιμος
ὄπτησις
ὀπτήτειρα
ὀπτητέον
ὀπτητός
ὀπτίκια
ὀπτικός
ὀπτόπλινθον
ὀπτός
View word page
ὀπτήρ
one who looks

ShortDef

one who looks

Debugging

Headword:
ὀπτήρ
Headword (normalized):
ὀπτήρ
Headword (normalized/stripped):
οπτηρ
IDX:
62751
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62752
Key:

Data

{'content': 'one who looks'}