Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀπτανάριος
ὀπτανεύς
ὀπτανικός
ὀπτάνιον
ὀπτανός
ὀπτασία
ὀπτασία2
ὀπτάω
ὀπτέον
ὀπτευτήρ
ὀπτεύω
ὀπτήρ
ὀπτήρια
ὀπτήσιμος
ὄπτησις
ὀπτήτειρα
ὀπτητέον
ὀπτητός
ὀπτίκια
ὀπτικός
ὀπτόπλινθον
View word page
ὀπτεύω
to see
ShortDef
to see
Debugging
Headword:
ὀπτεύω
Headword (normalized):
ὀπτεύω
Headword (normalized/stripped):
οπτευω
IDX:
62750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62751
Key:
Data
{'content': 'to see'}