Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁπποτέρωθεν
ὀπτάζομαι
ὀπταλέος
ὀπτανάριος
ὀπτανεύς
ὀπτανικός
ὀπτάνιον
ὀπτανός
ὀπτασία
ὀπτασία2
ὀπτάω
ὀπτέον
ὀπτευτήρ
ὀπτεύω
ὀπτήρ
ὀπτήρια
ὀπτήσιμος
ὄπτησις
ὀπτήτειρα
ὀπτητέον
ὀπτητός
View word page
ὀπτάω
to roast, broil

ShortDef

to roast, broil

Debugging

Headword:
ὀπτάω
Headword (normalized):
ὀπτάω
Headword (normalized/stripped):
οπταω
IDX:
62747
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62748
Key:

Data

{'content': 'to roast, broil'}