Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁππῆμος
Ὄππιος
ὁππότερος
ὁπποτέρωθεν
ὀπτάζομαι
ὀπταλέος
ὀπτανάριος
ὀπτανεύς
ὀπτανικός
ὀπτάνιον
ὀπτανός
ὀπτασία
ὀπτασία2
ὀπτάω
ὀπτέον
ὀπτευτήρ
ὀπτεύω
ὀπτήρ
ὀπτήρια
ὀπτήσιμος
ὄπτησις
View word page
ὀπτανός
roasted
ShortDef
roasted
Debugging
Headword:
ὀπτανός
Headword (normalized):
ὀπτανός
Headword (normalized/stripped):
οπτανος
IDX:
62744
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62745
Key:
Data
{'content': 'roasted'}