Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁποστημόριος
ὁπόστος
ὁπόταν
ὁπότε
ὁπότερος
ὁποτεροσοῦν
ὁποτέρωθε
ὁποτέρωθι
ὁποτέρωσε
ὅπου
Ὀπούντιος
ὀπόφυλλον
ὁππῆμος
Ὄππιος
ὁππότερος
ὁπποτέρωθεν
ὀπτάζομαι
ὀπταλέος
ὀπτανάριος
ὀπτανεύς
ὀπτανικός
View word page
Ὀπούντιος
Opuntian, of Opus; LSJ ὀπόεις
ShortDef
Opuntian, of Opus; LSJ ὀπόεις
Debugging
Headword:
Ὀπούντιος
Headword (normalized):
ὀπούντιος
Headword (normalized/stripped):
οπουντιος
IDX:
62732
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62733
Key:
Data
{'content': 'Opuntian, of Opus; LSJ ὀπόεις'}