Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁπλοποιική
ὁπλοποιός
ὁπλορχηστής
ὁπλοσκοπία
Ὁπλόσμιος
ὁπλότατος
ὁπλότερος
ὁπλοφάγος
ὁπλοφορέω
ὁπλοφόρος
ὁπλοφυλάκιον
ὁπλοφύλαξ
ὁπλοχαρής
ὁπλοχελώνη
ὁπλωνέω
ὀποβαλσάμινος
ὀποβάλσαμον
ὁποδαπός
ὀποειδής
ὀπόεις
ὁπόθεν
View word page
ὁπλοφυλάκιον
armoury, arsenal

ShortDef

armoury, arsenal

Debugging

Headword:
ὁπλοφυλάκιον
Headword (normalized):
ὁπλοφυλάκιον
Headword (normalized/stripped):
οπλοφυλακιον
IDX:
62691
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62692
Key:

Data

{'content': 'armoury, arsenal'}