Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁπλομαχέω
ὁπλομαχητικός
ὁπλομαχία
ὁπλομαχικός
ὁπλομάχος
ὁπλομελέτη
ὅπλον
ὁπλοπαικτής
ὁπλοπάροχος
ὁπλοποιέω
ὁπλοποιία
ὁπλοποιική
ὁπλοποιός
ὁπλορχηστής
ὁπλοσκοπία
Ὁπλόσμιος
ὁπλότατος
ὁπλότερος
ὁπλοφάγος
ὁπλοφορέω
ὁπλοφόρος
View word page
ὁπλοποιία
a making of arms
ShortDef
a making of arms
Debugging
Headword:
ὁπλοποιία
Headword (normalized):
ὁπλοποιία
Headword (normalized/stripped):
οπλοποιια
IDX:
62680
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62681
Key:
Data
{'content': 'a making of arms'}