Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὁπλοδιδακτής
ὁπλοδοτέω
ὁπλοδότης
ὁπλόδουπος
ὁπλοθήκη
ὁπλοκαθαρμός
ὁπλόκτυπος
ὁπλολογέω
ὅπλομαι
ὁπλομανέω
ὁπλομανής
ὁπλομαχέω
ὁπλομαχητικός
ὁπλομαχία
ὁπλομαχικός
ὁπλομάχος
ὁπλομελέτη
ὅπλον
ὁπλοπαικτής
ὁπλοπάροχος
ὁπλοποιέω
View word page
ὁπλομανής
madly fond of war

ShortDef

madly fond of war

Debugging

Headword:
ὁπλομανής
Headword (normalized):
ὁπλομανής
Headword (normalized/stripped):
οπλομανης
IDX:
62669
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62670
Key:

Data

{'content': 'madly fond of war'}