Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὁπλιτοδρόμος
ὁπλιτοπάλης
ὁπλοδιδακτής
ὁπλοδοτέω
ὁπλοδότης
ὁπλόδουπος
ὁπλοθήκη
ὁπλοκαθαρμός
ὁπλόκτυπος
ὁπλολογέω
ὅπλομαι
ὁπλομανέω
ὁπλομανής
ὁπλομαχέω
ὁπλομαχητικός
ὁπλομαχία
ὁπλομαχικός
ὁπλομάχος
ὁπλομελέτη
ὅπλον
ὁπλοπαικτής
View word page
ὅπλομαι
to prepare
ShortDef
to prepare
Debugging
Headword:
ὅπλομαι
Headword (normalized):
ὅπλομαι
Headword (normalized/stripped):
οπλομαι
IDX:
62667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62668
Key:
Data
{'content': 'to prepare'}