Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀξυντήρ
ὄξυντρα
ὀξύνω
ὀξυόδους
ὀξυόεις
ὀξυόστρακος
ὀξυπαγής
ὀξυπαιδερώτινος
ὀξυπαραύδητος
ὀξυπαροπτάω
ὀξύπεινος
ὀξυπέπερι
ὀξυπετής
ὀξύπετρος
ὀξυπευκής
ὀξύπικρος
ὀξύπληκτος
ὀξυπλήξ
ὀξυποδέω
ὀξυποδητής
ὀξυποδία
View word page
ὀξύπεινος
ravenously hungry

ShortDef

ravenously hungry

Debugging

Headword:
ὀξύπεινος
Headword (normalized):
ὀξύπεινος
Headword (normalized/stripped):
οξυπεινος
IDX:
62477
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62478
Key:

Data

{'content': 'ravenously hungry'}