Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀξύμελι
ὀξυμελίκρατον
ὀξυμέριμνος
ὀξυμήνιτος
ὀξύμολπος
ὀξυμυρσίνη
ὀξύμωρος
ὀξύνιτρον
ὀξυνοσία
ὀξύνους
ὀξυντέον
ὀξυντήρ
ὄξυντρα
ὀξύνω
ὀξυόδους
ὀξυόεις
ὀξυόστρακος
ὀξυπαγής
ὀξυπαιδερώτινος
ὀξυπαραύδητος
ὀξυπαροπτάω
View word page
ὀξυντέον
one must pronounce with the acute accent
ShortDef
one must pronounce with the acute accent
Debugging
Headword:
ὀξυντέον
Headword (normalized):
ὀξυντέον
Headword (normalized/stripped):
οξυντεον
IDX:
62466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62467
Key:
Data
{'content': 'one must pronounce with the acute accent'}