Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀξυλιπής
ὀξυλοβέω
ὀξυμάθεια
ὀξυμαθής
ὀξύμαλον
ὀξυμελής
ὀξύμελι
ὀξυμελίκρατον
ὀξυμέριμνος
ὀξυμήνιτος
ὀξύμολπος
ὀξυμυρσίνη
ὀξύμωρος
ὀξύνιτρον
ὀξυνοσία
ὀξύνους
ὀξυντέον
ὀξυντήρ
ὄξυντρα
ὀξύνω
ὀξυόδους
View word page
ὀξύμολπος
clear-singing
ShortDef
clear-singing
Debugging
Headword:
ὀξύμολπος
Headword (normalized):
ὀξύμολπος
Headword (normalized/stripped):
οξυμολπος
IDX:
62460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62461
Key:
Data
{'content': 'clear-singing'}