Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀξύκραμα
ὀξυκραματοπώλης
ὀξύκρατον
ὀξύκρεκτος
ὀξυκώκυτος
ὀξυλάβεια
ὀξυλαβέω
ὀξυλάβη
ὀξυλαβής
ὀξυλαβία
ὀξύλαλος
ὀξυλάπαθον
ὀξυλίπαρος
ὀξυλιπής
ὀξυλοβέω
ὀξυμάθεια
ὀξυμαθής
ὀξύμαλον
ὀξυμελής
ὀξύμελι
ὀξυμελίκρατον
View word page
ὀξύλαλος
glib of tongue

ShortDef

glib of tongue

Debugging

Headword:
ὀξύλαλος
Headword (normalized):
ὀξύλαλος
Headword (normalized/stripped):
οξυλαλος
IDX:
62447
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62448
Key:

Data

{'content': 'glib of tongue'}