Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ὀξύθυμον
ὀξύθυμος
ὀξύϊνος
ὀξυκαμπής
ὀξυκάρδιος
ὀξύκεδρος
ὀξυκέλευθος
ὀξύκερως
ὀξυκέφαλος
ὀξυκινησία
ὀξυκίνητος
ὀξυκόμινα
ὀξυκόμμι
ὀξύκομος
ὀξυκόρακος
ὀξύκραμα
ὀξυκραματοπώλης
ὀξύκρατον
ὀξύκρεκτος
ὀξυκώκυτος
ὀξυλάβεια
View word page
ὀξυκίνητος
quickly moving
ShortDef
quickly moving
Debugging
Headword:
ὀξυκίνητος
Headword (normalized):
ὀξυκίνητος
Headword (normalized/stripped):
οξυκινητος
IDX:
62432
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62433
Key:
Data
{'content': 'quickly moving'}