Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀξυγαλάκτινος
ὀξύγαρον
ὀξύγγιον
ὀξυγένειος
ὀξύγενυς
ὀξύγη
ὀξύγλυκυ
ὀξύγλυκυς
ὀξύγοος
ὀξύγους
ὀξυγράφος
ὀξυγώνιος
ὀξυγωνιότης
ὀξυδερκής
ὀξυδερκία
ὀξυδερκικός
ὀξυδορκέω
ὀξυδορκία
ὀξύδουπος
Ὀξυδράκαι
ὀξυδρόμος
View word page
ὀξυγράφος
writing fast

ShortDef

writing fast

Debugging

Headword:
ὀξυγράφος
Headword (normalized):
ὀξυγράφος
Headword (normalized/stripped):
οξυγραφος
IDX:
62395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62396
Key:

Data

{'content': 'writing fast'}