Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀξῖτις
ὀξοπώλης
ὄξος
ὀξύα
ὀξυάκανθα
ὀξυακουσίλογος
ὀξυαύγεια
ὀξύβαρις
ὀξύβαφον
ὀξυβελής
ὀξύβλαττα
ὀξυβλεπτέω
ὀξυβλέπτης
ὀξυβλεψία
ὀξυβόας
ὀξυβουλία
ὀξυβρέχω
ὀξύγαλα
ὀξυγαλάκτινος
ὀξύγαρον
ὀξύγγιον
View word page
ὀξύβλαττα
oxyblatta, bright purple

ShortDef

oxyblatta, bright purple

Debugging

Headword:
ὀξύβλαττα
Headword (normalized):
ὀξύβλαττα
Headword (normalized/stripped):
οξυβλαττα
IDX:
62377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62378
Key:

Data

{'content': 'oxyblatta, bright purple'}