Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ὀνοματομάχος
ὀνοματοποιέω
ὀνοματοποίησις
ὀνοματοποιία
ὀνοματοποιός
ὀνοματουργία
ὀνοματουργός
ὀνοματώδης
ὀνόπορδον
ὀνοπρόσωπος
ὀνόπυξος
ὀνόρυγχος
ὄνος
ὄνοσις
ὀνοσκελίς
ὄνοσμα
ὀνοστάσιον
ὀνοστός
ὀνοστύππαξ
ὀνοσφαγία
ὀνοτάζω
View word page
ὀνόπυξος
cotton-thistle, Onopordon illyricum

ShortDef

cotton-thistle, Onopordon illyricum

Debugging

Headword:
ὀνόπυξος
Headword (normalized):
ὀνόπυξος
Headword (normalized/stripped):
ονοπυξος
IDX:
62318
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-62319
Key:

Data

{'content': 'cotton-thistle, Onopordon illyricum'}